- αψιθιά
- Φυτό φρυγανώδες της οικογένειας των συνθέτων. Είναι πολύ αρωματική και πικρή και στη φαρμακολογία βοτάνων χρησιμοποιείται για τις αντιελμινθικές, αντιπυρετικές, αντισηπτικές και διουρητικές ιδιότητές της. Περιέχει ένα πλούσιο σε διάφορες ουσίες αιθέριο έλαιο, που η κατάχρησή του μπορεί να προκαλέσει νευρικές διαταραχές. Χρησιμοποιείται για την παρασκευή βαφών, ενός πικρού ποτού και για τον αρωματισμό ποτών.
Εκτός από την α., υπάρχουν και διάφορα φυτά που χαρακτηρίζονται με την κοινή ονομασία αγριαψιθιά. Τα φυτά αυτά είναι:
1. Αχίλλειος η λιγυστική, της οικογένειας των συνθέτων. Είναι πολυετής πόα, με βλαστό απλό ή διακλαδισμένο προς τα πάνω, ύψους 0,30-1 μ. Τα φύλλα της είναι επίπεδα με κεφάλια μικρά σε πολυκέφαλους κορύμβους, που αποτελούν σύνθετο κόρυμβο. Φυτρώνει στα βουνά της Θεσσαλίας, της Στερεάς, της Πελοποννήσου και αρκετών ελληνικών νησιών.
2. Αρτεμισία το αψίνθιο, της οικογένειας των συνθέτων. Είναι πολυετής πόα, ύψους 0,50-1,20 μ., όρθια, άσπρη και μυρίζει δυσάρεστα. Έχει φύλλα άσπρα σαν μετάξι από την κάτω πλευρά και πράσινα στην πάνω επιφάνεια. Τα ανθίδιά της είναι κίτρινα, πράσινα και σχηματίζουν μικρά σφαιρικά κεφάλια. Είναι φυτό αυτοφυές της βόρειας Ελλάδας και μέρους της Θεσσαλίας. Από τα φύλλα του με απόσταξη παράγεται ένα πράσινο αιθέριο λάδι, η αψινθίνη, που χρησιμοποιείται για την παρασκευή του τοξικού αλκοολικού ποτού αψέντι. Η αψινθίνη θεωρείται στομαχική, διουρητική και αντιπυρετική.
Το αιθέριο έλαιο της αψιθιάς έχει πολλές χρήσεις.
* * *η (AM ἀψίνθιον, Μ και ἀψινθία, η)το φυτό άψινθοςνεοελλ.πικρία.[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. αψίνθιον και αψινθία < άψινθος, το δε νεοελλ. αψιθιά < αψινθία, με σίγηση του έρρινου πριν από τα φ, χ, θ, (πρβλ. αθρακιά < ανθρακιά, γοφός < γόμφος, νύφη < νύμφη, πεθερός < πενθερός κ.ά.)].
Dictionary of Greek. 2013.